τραπεζίτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr
Γραμμή 72: Γραμμή 72:
[[Κατηγορία:Ανθρώπινο σώμα (ελληνικά)]]
[[Κατηγορία:Ανθρώπινο σώμα (ελληνικά)]]


[[chr:τραπεζίτης]]
[[en:τραπεζίτης]]
[[en:τραπεζίτης]]
[[fi:τραπεζίτης]]
[[fi:τραπεζίτης]]

Αναθεώρηση της 19:05, 13 Αυγούστου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τραπεζίτης < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

Τρεις τραπεζίτες(2)

τραπεζίτης αρσενικό

  1. ιδιοκτήτης τράπεζας
  2. Πρότυπο:ανατ δόντι το πίσω μέρος του στόματος με μεγάλη μασητική επιφάνεια

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις