εκλιπών: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr
Γραμμή 60: Γραμμή 60:
{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[chr:εκλιπών]]
[[mg:εκλιπών]]
[[mg:εκλιπών]]

Αναθεώρηση της 09:30, 27 Αυγούστου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εκλιπών < μετοχή αορίστου β' του ρήματος εκλείπω

Μετοχή

εκλιπών, -ούσα, -όν

  1. αυτός που "έφυγε", που είναι πια νεκρός


Μεταφράσεις