μυρωδικό: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ απλοποίηση προτ. κλίσης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr
Γραμμή 59: Γραμμή 59:
{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[chr:μυρωδικό]]
[[en:μυρωδικό]]
[[en:μυρωδικό]]
[[mg:μυρωδικό]]
[[mg:μυρωδικό]]

Αναθεώρηση της 10:39, 27 Αυγούστου 2013

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μυρωδικό τα μυρωδικά
      γενική του μυρωδικού των μυρωδικών
    αιτιατική το μυρωδικό τα μυρωδικά
     κλητική μυρωδικό μυρωδικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

μυρωδικό < μυρωδιά + -ικό

Ουσιαστικό

μυρωδικό ουδέτερο

  1. φυτό ή φυτικό προϊόν που προστίθεται στο φαγητό για να του δώσει πιο έντονη μυρωδιά και γεύση
    κάθε λαχανικό θέλει και το μυρωδικό του: στα φασολάκια βάζουμε μαϊντανό ενώ στον άρακα άνηθο

Μεταφράσεις