walking: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr |
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 19: | Γραμμή 19: | ||
#:'''walking''' miracle, '''walking''' dictionary (το αντίστοιχο της "κινητής βιβλιοθήκης") |
#:'''walking''' miracle, '''walking''' dictionary (το αντίστοιχο της "κινητής βιβλιοθήκης") |
||
==={{ |
==={{εκφράσεις}}=== |
||
*[[walking wounded]] (εκείνοι που σε ένα ατύχημα μπορούν να μετακινηθούν από το επικίνδυνο σημείο χωρίς συνδρομή άλλων) |
*[[walking wounded]] (εκείνοι που σε ένα ατύχημα μπορούν να μετακινηθούν από το επικίνδυνο σημείο χωρίς συνδρομή άλλων) |
||
*[[walking stick]] και [[walking cane]] (τα [[κουνούπι]]α και άλλα έντομα, καθώς και το [[μπαστούνι]], η [[ράβδος]], η [[πατερίτσα]]) |
*[[walking stick]] και [[walking cane]] (τα [[κουνούπι]]α και άλλα έντομα, καθώς και το [[μπαστούνι]], η [[ράβδος]], η [[πατερίτσα]]) |
Αναθεώρηση της 16:56, 25 Σεπτεμβρίου 2013
Αγγλικά (en)
Ρηματικός τύπος
walking (en)
Ουσιαστικό
walking (en) < γερούνδιο του walk
- το περπάτημα
Επίθετο
walking (en)
- περιπατητικός
- walking shoes
- με τα πόδια, πεζός
- walking tour
- ως παρομοίωση για κάτι εξαιρετικό ή μια ιδιότητα που κάποιος λογικά δεν μπορεί να έχει, ζωντανή απόδειξη
- walking miracle, walking dictionary (το αντίστοιχο της "κινητής βιβλιοθήκης")
Εκφράσεις
- walking wounded (εκείνοι που σε ένα ατύχημα μπορούν να μετακινηθούν από το επικίνδυνο σημείο χωρίς συνδρομή άλλων)
- walking stick και walking cane (τα κουνούπια και άλλα έντομα, καθώς και το μπαστούνι, η ράβδος, η πατερίτσα)
- walking patient (ο περιπατητικός ασθενής)
- walking frame (η περπατούρα)
- walking fern (είδος φτέρης)