ύλη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg
νιριλντα
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{δείτε|ίλη}}
{{δείτε|ίλη}}

=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'νίκη'}}
{{el-κλίσ-'νίκη'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ὕλη]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ὕλη]]
==={{προφορά}}===
==={{προφορ
{{ΔΦΑ|ˈi.li|γλ=el}}
==={{ουσιαστικό|el}}===
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}}
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}}
Γραμμή 77: Γραμμή 76:
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{pl}} : {{τ|pl|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{pl}} : {{τ|pl|ΧΧΧ}} -->
* {{pt}} : {{τ|pt|matéria}}
* {{pt}}

<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|ΧΧΧ}} -->

<!-- * {{ru}} : {{τ|ru|ΧΧΧ}} -->

<!-- * {{sr}} : {{τ|sr|ΧΧΧ}} -->

<!-- * {{sk}} : {{τ|sk|ΧΧΧ}} -->

<!-- * {{sl}} : {{τ|sl|ΧΧΧ}} -->

<!-- * {{sv}} : {{τ|sv|ΧΧΧ}} -->

<!-- * {{th}} : {{τ|th|ΧΧΧ}} -->

<!-- * {{cs}} : {{τ|cs|ΧΧΧ}} -->

<!-- * {{tr}} : {{τ|tr|ΧΧΧ}} -->













αφτο ποθυ δεν καταλαβενο ειναι το υλη [ποσο δισκολο ειναι] ΑΦΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΕΝΟ






















--[[Ειδικό:Συνεισφορές/178.59.216.7|178.59.216.7]] 09:06, 13 Οκτωβρίου 2013 (UTC)'''''Έντονο κείμενο''''Κείμενο με πλάγιους χαρακτήρες'''''
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} -->
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}

Αναθεώρηση της 09:06, 13 Οκτωβρίου 2013

Δείτε επίσης: ίλη


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ύλη οι ύλες
      γενική της ύλης των υλών
    αιτιατική την ύλη τις ύλες
     κλητική ύλη ύλες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ύλη < αρχαία ελληνική ὕλη

==={{προφορ

Ουσιαστικό

ύλη θηλυκό

  1. η ουσία από την οποία αποτελούνται όλα τα σώματα. Διαθέτει φυσικές και χημικές ιδιότητες, αποτελείται από μικροσκοπικά σωματίδια και μπορεί να βρίσκεται σε στερεή, υγρή ή αέρια μορφή
    οργανική / ανόργανη ύλη
  2. καθετί που έχει μάζα, όγκο και βάρος και το αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις
  3. η ουσία κατασκευής κάποιου πράγματος
    ξύλινη / μεταλλική ύλη
  4. κάθετι που φθείρεται και χρησιμοποιείται για να παραχθεί κάτι άλλο
    καύσιμη ύλη
  5. το περιεχόμενο ενός βιβλίου, μιας εφημερίδας, ενός εντύπου
    περιοδικό με πλούσια ύλη
  6. το γνωστικό αντικείμενο που περιλαμβάνει ένα μάθημα
    εξεταστέα / διδαχθείσα ύλη
  7. το αντικείμενο για το οποίο είναι κάποιος αρμόδιος
  8. καθετί που εκκρίνει το σώμα φυσιολογικά ή παθολογικά
  9. τα υλικά αγαθά, οι απολαύσεις του φαγητού, του ποτού κ.λπ. (σε αντίθεση με τις πνευματικές απολαύσεις}
    το κυνήγι της ύλης απασχολεί τον σύγχρονο άνθρωπο

Εκφράσεις

  • γραφική ύλη : οτιδήποτε είναι απαραίτητο για την γραφή ή την εξυπηρετεί
  • εφ' όλης της ύλης : στα πάντα
  • καθ' ύλην αρμόδιος : ο αρμόδιος για ένα θέμα
  • καθ' ύλην αρμόδιο δικαστήριο : το δικαστήριο που έχει την αρμοδιότητα να εκδικάζει μια υπόθεση
  • πρώτη ύλη : κάλε υλικό αγαθό που χρησιμοποιείται σε πρωτογενή ή δευτερογενή μορφή στη βομηχανία ή τη βιοτεχνία για την παραγωγή άλλων αγαθών
  • συνθετική ύλη : το υλικό που έχει παραχθεί με συνθετικά μέσα, όχι φυσικά

Συγγενικά

Σύνθετα

Μεταφράσεις