αποδέχομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη en
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg
Γραμμή 59: Γραμμή 59:


[[en:αποδέχομαι]]
[[en:αποδέχομαι]]
[[mg:αποδέχομαι]]

Αναθεώρηση της 17:24, 24 Δεκεμβρίου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αποδέχομαι < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα

αποδέχομαι

  1. δέχομαι κάτι μου προσφέρεται, δεν το αρνούμαι
    οι κληρονόμοι αποδέχτηκαν επίσημα την κληρονομιά
  2. συμφωνώ με κάτι, το εγκρίνω, δίνω τη σύμφωνη γνώμη μου ή την έγκρισή μου

Μεταφράσεις