ἄβαξ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→{{ουσιαστικό|el}}: η γενική πληθυντικού είναι τονισμένη λανθασμένα |
|||
Γραμμή 15: | Γραμμή 15: | ||
# (αρχιτεκτ.) βάση κιονόκρανου |
# (αρχιτεκτ.) βάση κιονόκρανου |
||
# (στον πληθ.) παγκάκια θεάτρου |
# (στον πληθ.) παγκάκια θεάτρου |
||
# (στρατ.) σύστημα γραμμών, με το οποίο υπολογίζονται τα διάφορα στοιχεία βολής (''αβάκιον αναγωγής'') |
Αναθεώρηση της 00:06, 6 Ιανουαρίου 2014
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
ἄβαξ < ἀ- + βάσις < ο μη έχων βάσιν [Ο ἄβαξ στους Έλληνες ήταν γενικώς μία επίπεδη πλάκα ή σανίδα που περιείχε άμμο ή σποδό. Λόγω της πολύ μικρής συνεκτικότητας των κόκκων της άμμου δεν συνιστά βάση (στέρεο υπόβαθρο)]
Ουσιαστικό
(ο) ἄβαξ (αρσενικό)
- σανίδα ή πλάκα
- πίνακας αριθμητικός
- πλάκα επάνω στην οποία παίζεται τάβλι, ζατρίκιο κλπ
- τραπέζι
- (αρχιτεκτ.) βάση κιονόκρανου
- (στον πληθ.) παγκάκια θεάτρου
- (στρατ.) σύστημα γραμμών, με το οποίο υπολογίζονται τα διάφορα στοιχεία βολής (αβάκιον αναγωγής)