συγκέντρωση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αλλαγή προτ. κλίσης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fr, mg
Γραμμή 116: Γραμμή 116:


[[en:συγκέντρωση]]
[[en:συγκέντρωση]]
[[fr:συγκέντρωση]]
[[mg:συγκέντρωση]]

Αναθεώρηση της 13:41, 10 Ιανουαρίου 2014

Νέα ελληνικά (el)

ΛΑΘΟΣ ΚΛΙΣΗ. Για προπαροξύτονα θα πρέπει να χρησιμοποιήσετε την {{el-κλίση-'δύναμη'}} ή την {{el-κλίση-'παγκοσμιοποίηση'}}

Ετυμολογία

συγκέντρωση < ελληνιστική συγκέντρωσις < συγκεντρῶ

Ουσιαστικό

συγκέντρωση θηλυκό

  1. η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του συγκεντρώνω και του συγκεντρώνομαι
    • μάζεμα, συνάθροιση πολλών ατόμων ή αντικειμένων σε ένα σημείο
      όταν το κράτος βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας απαγορεύονται οι συγκεντρώσεις άνω των πέντε ατόμων
      πρώτος σκοπός της Μακντόναλντ ήταν η συγκέντρωση και ψηφιοποίηση όλων των αρχαίων ελληνικών κειμένων
    • κατάσταση στην οποία κάποιος σκέφτεται μόνο για κάτι συγκεκριμένο
  2. Πρότυπο:χημ αναλογία της ποσότητας μιας ουσίας σχετικά με την ποσότητα μιας άλλης ουσίας σε ένα μείγμα ή διάλυμα
    η συγκέντρωση αλάτων στο νερό είναι απαγορευτική για να το πιει κάποιος

Συγγενικά

→ δείτε τη λέξη  συγκεντρώνω

Μεταφράσεις

Μεταφράσεις προς κατάταξη κατά έννοια