κορίτσι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μορφ
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'τραγούδι'}}
{{el-κλίσ-'τραγούδι'}}

==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ελνστ}} '''κορίτσι(ν)''' < {{αρχ}} [[κόρη]]
: από το αρχαίο ελληνικό κόρη


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
Γραμμή 14: Γραμμή 13:
# η νεαρή κοπέλα με την οποία έχει κάποιος δεσμό
# η νεαρή κοπέλα με την οποία έχει κάποιος δεσμό
# η [[παρθένα]]
# η [[παρθένα]]
#:{{συνων}} [[φιγιέρα]]
#::{{συνων}} [[φιγιέρα]]

===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}

Αναθεώρηση της 16:48, 9 Μαρτίου 2014

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κορίτσι τα κορίτσια
      γενική του κοριτσιού των κοριτσιών
    αιτιατική το κορίτσι τα κορίτσια
     κλητική κορίτσι κορίτσια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

κορίτσι < (ελληνιστική κοινή) κορίτσι(ν) < αρχαία ελληνική κόρη

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

κορίτσι ουδέτερο

  1. το παιδί θηλυκού γένους
  2. η κόρη, η θυγατέρα
  3. η νεαρή κοπέλα με την οποία έχει κάποιος δεσμό
  4. η παρθένα
     συνώνυμα: φιγιέρα

Μεταφράσεις