άμε: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 2: Γραμμή 2:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μσν}} '''άμε''' (προστακτική του '''πηγαίνω''') < '''άγωμε''' < {{αρχ}} [[ἄγωμεν]] "πάμε"
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μσν|}} < [[ἄγωμε]] < {{αρχ|ἄγωμεν}} < [[ἄγω]]


==={{επιφώνημα|el}}===
==={{επιφώνημα|el}}===

Αναθεώρηση της 08:12, 17 Μαρτίου 2014

Δείτε επίσης: αμέ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

άμε < μεσαιωνική ελληνική άμε < ἄγωμε < αρχαία ελληνική ἄγωμεν < ἄγω

Επιφώνημα

άμε

  1. (λαϊκότροπο) ισοδύναμο με την προστακτική πήγαινε
    άμε στο καλό!
     συνώνυμα: άντε, άι

Σημειώσεις

  • Στον πληθυντικό χρησιμοποιούνται τα επιφωνήματα άμετε και αμέτε

Μεταφράσεις