δυσκολία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Elton (συζήτηση | συνεισφορές) μ Ανάκληση των αλλαγών 89.210.67.181 (επιστροφή στην προηγούμενη αναθεώρηση Flubot) |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{προσχέδιο}} |
{{προσχέδιο}} |
||
{{el-κλίσ-'θάλασσα'}} |
{{el-κλίσ-'θάλασσα'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
|||
⚫ | |||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}} |
|||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
|||
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} |
|||
⚫ | |||
#: ''μαθησιακές '''δυσκολίες''', '''δυσκολία''' αναπνοής'' |
#: ''μαθησιακές '''δυσκολίες''', '''δυσκολία''' αναπνοής'' |
||
# [[αντιξοότητα]], [[δυσάρεστος|δυσάρεστη]] κατάσταση ή περίοδος |
# [[αντιξοότητα]], [[δυσάρεστος|δυσάρεστη]] κατάσταση ή περίοδος |
Αναθεώρηση της 17:17, 21 Μαρτίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- δυσκολία < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
δυσκολία θηλυκό
- πρόβλημα, δυσλειτουργία, η ανικανότητα να κάνει κανείς κάτι τόσο γρήγορα ή τόσο καλά όσο θα γινόταν κανονικά από άλλους
- μαθησιακές δυσκολίες, δυσκολία αναπνοής
- αντιξοότητα, δυσάρεστη κατάσταση ή περίοδος
- αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της ζωής πάντα με αισιοδοξία
- το αποτέλεσμα της ύπαρξης εμποδίων που επιβαρύνουν μια κίνηση ή μια πράξη
- με δυσκολία η κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης λόγω των συνεχιζόμενων διαδηλώσεων
- το αποτέλεσμα του να γνώρισες πέντε δέκα άτομα και να το παίζεις δύσκολος στο γήπεδο
Μεταφράσεις
δυσκολία