πασχάλιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 2: Γραμμή 2:
{{el-κλίσ-'πρόβατο'}}
{{el-κλίσ-'πρόβατο'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μσν|πασχάλιον}}, {{ουδ του|πασχάλιος}} < [[Πάσχα]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μσν|πασχάλιον}}, {{ουδ του|πασχάλιος}} < [[Πάσχα]] < {{ελνστ|Πάσχα}} < {{ετυμ arc}} [[פסחא]] < {{ετυμ he}} [[פסח]] (pesakh)


===={{προφορά}}====
===={{προφορά}}====

Αναθεώρηση της 11:56, 19 Απριλίου 2014

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'πρόβατο'

Ετυμολογία

πασχάλιο < μεσαιωνική ελληνική πασχάλιον, ουδέτερο του πασχάλιος < Πάσχα < (ελληνιστική κοινήΠάσχα < Πρότυπο:ετυμ arc פסחא < Πρότυπο:ετυμ he פסח (pesakh)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

πληθυντικός:

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; ή
λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

πασχάλιο ουδέτερο

Εκφράσεις

  • έχασε / χάνει τ’ αβγά και τα πασχάλια: δεν ξέρει πώς να φερθεί ή γενικότερα αγνοεί πολλά
     συνώνυμα: τα ’χει χάσει / τα ’χει χαμένα
    Η φράση «έχασε τ’ αβγά και τα καλάθια» πολύ συχνά ακούγεται σε παραλλαγή: «έχασε τ’ αβγά και τα πασχάλια». Κανονικά, αυτή η φράση είναι λαθεμένη, συμφυρμός της «έχασε τ’ αβγά και τα καλάθια» και της «έχασε τα πασχάλια» που τη λέμε για κάποιον που τα έχει χαμένα, όπως τον παλιό καιρό οι παπάδες που έχαναν τους τυφλοσούρτες τους και δεν ήξεραν πότε πέφτει το Πάσχα. Κι επειδή το Πάσχα είναι δεμένο με τ’ αβγά τα κόκκινα, εύλογο είναι να συμφύρονται οι δυο φράσεις. (*)
  • (παρωχημένο) έχασε / χάνει τα πασχάλια

Μεταφράσεις