τρελαίνομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη cs
μ →‎{{ετυμολογία}}: αντικατέστησε: παθητική φωνή του τρελαίνω → {{παθ|τρελαίνω}} με τη χρήση AWB
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < παθητική φωνή του [[τρελαίνω]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{παθ|τρελαίνω}}
==={{ρήμα|el}}===
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}'''

Αναθεώρηση της 11:51, 22 Απριλίου 2014

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τρελαίνομαι < παθητική φωνή του ρήματος τρελαίνω

Ρήμα

τρελαίνομαι

  1. γίνομαι τρελός, χάνω προσωρινά ή μόνιμα την ικανότητα να σκέφτομαι λογικά, παθαίνω ψυχολογική διαταραχή
  2. έχω πολύ ή υπερβολικό ενθουσιασμό για κάτι, μου αρέσει πολύ
  3. ...

Κλίση

Μεταφράσεις