białozór: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fi
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη tr
Γραμμή 11: Γραμμή 11:
[[fi:białozór]]
[[fi:białozór]]
[[pl:białozór]]
[[pl:białozór]]
[[tr:białozór]]

Αναθεώρηση της 12:37, 15 Μαΐου 2014

Πολωνικά (pl)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

białozór (pl) αρσενικό

  1. Πρότυπο:ορνιθολ ο ασπρογέρακας (Falco rusticolus)