χαζο-: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αφαίρεση του προτύπου '-'
Γραμμή 18: Γραμμή 18:
* [[χαζοκουβέντα]]
* [[χαζοκουβέντα]]
* [[χαζοκούτι]]
* [[χαζοκούτι]]
{{-}}
* [[χαζολογώ]]
* [[χαζολογώ]]
* [[χαζομαμά]]
* [[χαζομαμά]]
* [[χαζομπαμπάς]]
* [[χαζομπαμπάς]]
{{-}}
* [[χαζοπούλι]]
* [[χαζοπούλι]]
* [[χαζούλιακας]]
* [[χαζούλιακας]]

Αναθεώρηση της 23:49, 29 Ιουνίου 2014

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

χαζο- < χαζός

Πρόθημα

χαζο- ή χαζό-

α΄ συνθετικό λέξης που δηλώνει:
  1. ανοησία, αφέλεια
  2. έλλειψη σοβαρότητας, συνήθως λόγω συναισθηματικής φόρτισης
  3. κάτι χωρίς σημασία

Σύνθετα