φλεγμονή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→{{μεταφράσεις}}: +es διορθ. it |
|||
Γραμμή 37: | Γραμμή 37: | ||
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|XXX}} --> |
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|XXX}} --> |
||
<!-- * {{is}} : {{τ|is|XXX}} --> |
<!-- * {{is}} : {{τ|is|XXX}} --> |
||
* {{es}} : {{τ|es|inflamación}} |
|||
* {{it}} : {{τ|it| |
* {{it}} : {{τ|it|infiammazione}} |
||
<!-- * {{ca}} : {{τ|ca|XXX}} --> |
<!-- * {{ca}} : {{τ|ca|XXX}} --> |
||
<!-- * {{zh}} : {{τ|zh|XXX}} --> |
<!-- * {{zh}} : {{τ|zh|XXX}} --> |
Αναθεώρηση της 22:17, 14 Ιουλίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- φλεγμονή < αρχαία ελληνική φλέγμα
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
φλεγμονή θηλυκό
- η τοπική αντίδραση του οργανισμού στην μόλυνση από παθογόνους μικροοργανισμούς, η οποία εκδηλώνεται με τοπικό οίδημα, πόνο, κοκκίνισμα και, πιθανόν, πυρετό
Συγγενικά
Δείτε επίσης
- φλεγμονή στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
φλεγμονή