αγελαδοτρόφος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ απλοποίηση προτ. κλίσης |
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fr |
||
Γραμμή 61: | Γραμμή 61: | ||
[[en:αγελαδοτρόφος]] |
[[en:αγελαδοτρόφος]] |
||
[[fr:αγελαδοτρόφος]] |
Αναθεώρηση της 10:41, 5 Σεπτεμβρίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
αγελαδοτρόφος αρσενικό ή θηλυκό
- αυτός/αυτή που εκτρέφει αγελάδες