γνωμολογικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'καλός'}}
{{προσχέδιο}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ελνστ|}} ([[αποφθεγματικός]])
==={{επίθετο|el}}===
==={{επίθετο|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}'''
* ο σχετικός με τη [[γνωμολογία]]
# {{λείπει ο ορισμός}}


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
Γραμμή 11: Γραμμή 11:


{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
<!-- * {{en}} : {{τ|en|XXX}} -->
* {{en}} : {{τ|en|sententious}}
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->

Αναθεώρηση της 09:03, 16 Οκτωβρίου 2014

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο γνωμολογικός η γνωμολογική το γνωμολογικό
      γενική του γνωμολογικού της γνωμολογικής του γνωμολογικού
    αιτιατική τον γνωμολογικό τη γνωμολογική το γνωμολογικό
     κλητική γνωμολογικέ γνωμολογική γνωμολογικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι γνωμολογικοί οι γνωμολογικές τα γνωμολογικά
      γενική των γνωμολογικών των γνωμολογικών των γνωμολογικών
    αιτιατική τους γνωμολογικούς τις γνωμολογικές τα γνωμολογικά
     κλητική γνωμολογικοί γνωμολογικές γνωμολογικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

γνωμολογικός < (ελληνιστική κοινήγνωμολογικός (αποφθεγματικός)

Επίθετο

γνωμολογικός

Μεταφράσεις