δαπάνη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr |
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fr |
||
Γραμμή 107: | Γραμμή 107: | ||
[[en:δαπάνη]] |
[[en:δαπάνη]] |
||
[[fj:δαπάνη]] |
[[fj:δαπάνη]] |
||
[[fr:δαπάνη]] |
|||
[[mg:δαπάνη]] |
[[mg:δαπάνη]] |
||
[[pl:δαπάνη]] |
[[pl:δαπάνη]] |
Αναθεώρηση της 20:13, 21 Οκτωβρίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | δαπάνη | οι | δαπάνες |
γενική | της | δαπάνης | των | δαπανών |
αιτιατική | τη | δαπάνη | τις | δαπάνες |
κλητική | δαπάνη | δαπάνες | ||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- δαπάνη < αρχαία ελληνική δαπάνη
Ουσιαστικό
δαπάνη θηλυκό
- το να δίνει κάποιος ένα χρηματικό ποσό για ένα αγαθό ή υπηρεσία
- το χρηματικό ποσό που κάποιος δαπανά
- (μεταφορικά) το ξόδεμα (δυνάμεων, πόρων κλπ)
Συγγενικά
Μεταφράσεις
δαπάνη
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
δαπάνη < δαπανάω
Ουσιαστικό
δαπάνη θηλυκό
- η ενέργεια του δαπανάω, η κατανάλωση χρήσιμων πραγμάτων