θάψος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-grc-}}== ==={{ετυμολογία}}=== '''{{PAGENAME}} ''' < Θάψος (περιοχή της Μεγάλης Ελλάδας, κον...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 17:51, 23 Οκτωβρίου 2014

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

θάψος < Θάψος (περιοχή της Μεγάλης Ελλάδας, κοντά στις Συρακούσες)

Θάψος τότε, κότινος ή χρυσόξυλο πια, Rhus Cotinus.

Ουσιαστικό

θάψος

  • κίτρινη βαφή που οι Αθηναίοι προμηθεύονταν από την αρχαία φοινικική και μετέπειτα Μεγαρική αποικία Θάψο, σε χερσόνησο, σαν νησί, στα βόρεια των Συρακουσών, στη Σικελία). Οι Μεγαρίτες το εξήγαγαν από τομ κότινο ή χρυσόξυλο που και σήμερα το εσωτερικό του βλαστού του χρησιμοποιείται στη βυρσοδεψία