ακονίζομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ →‎{{ετυμολογία}}: αντικατέστησε: παθητική φωνή του ακονίζω → {{παθ|ακονίζω}}, : '''{{PAGENAME}}''', → : '''{{PAGENAME}}''' <, {{αρχ}} με τη χρήση [[Βικιπαίδεια:Auto...
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη en
Γραμμή 89: Γραμμή 89:


{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}

[[en:ακονίζομαι]]

Αναθεώρηση της 20:29, 22 Δεκεμβρίου 2014

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ακονίζομαι < παθητική φωνή του ρήματος ακονίζω < αρχαία ελληνική ἀκονάω

Ρήμα

ακονίζομαι

  1. με ακονίζουν (για αντικείμενα και αφηρημένα ουσιαστικά)
    το ξίφος ακονίστηκε / η σκέψη ακονίζεται με ασκήσεις μαθηματικών

Κλίση

Μεταφράσεις