αγρονόμος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ απλοποίηση προτ. κλίσης |
|||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{δείτε|αγορανόμος}} |
|||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'δρόμος'}} |
{{el-κλίσ-'δρόμος'}} |
Αναθεώρηση της 10:01, 2 Απριλίου 2015
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αγρονόμος < αρχαία ελληνική ἀγρονόμος < ἀγρός - νέμω
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
αγρονόμος αρσενικό ή θηλυκό
- βαθμοφόρος αγροφύλακας
- επιστήμονας ειδικευμένος σε θέματα αγροτικής οικονομίας
Συγγενικά
Μεταφράσεις
αγρονόμος