εξάπλωση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Μεταφράσεις: Έγραψα μερικές μεταφράσεις
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
μ Ανάκληση των αλλαγών 194.219.35.114 (συζήτηση) επιστροφή στην προηγούμενη αναθεώρηση 77.49.217.189
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}'''
: '''{{PAGENAME}}'''
Εξάπλωση
Εξάπλωση
1) βοήθεια στο να αναπτειχθί ενα ίδος


==={{ουσιαστικό|el}}===
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}}
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}}
# {{λείπει ο ορισμός}}
1) τρόπος για να αναπτειχθεί ενα ιδος .
2)π.χ. Η εξάπλωση ενός ιού .


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|spread}}
Γαλλικά diffusion
<!-- * {{az}} : {{τ|az|ΧΧΧ}} -->
Αγγλικά spearding
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} -->
Γερμανικά verbreitung
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} -->
Ιταλικά diffusione


<!-- * {{hy}} : {{τ|hy|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{hy}} : {{τ|hy|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ast}} : {{τ|ast|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ast}} : {{τ|ast|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 15:22, 24 Απριλίου 2015

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εξάπλωση

Εξάπλωση 1) βοήθεια στο να αναπτειχθί ενα ίδος

Ουσιαστικό

εξάπλωση θηλυκό

  1. → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)

Μεταφράσεις