compte: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη gl
μ r2.7.3) (Ρομπότ: Προσθήκη: da:compte
Γραμμή 18: Γραμμή 18:
[[chr:compte]]
[[chr:compte]]
[[cs:compte]]
[[cs:compte]]
[[da:compte]]
[[de:compte]]
[[de:compte]]
[[en:compte]]
[[en:compte]]

Αναθεώρηση της 21:12, 9 Μαΐου 2015

Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

compte (fr), des comptes.

Ομόφωνα

le conte, le comte, il compte.

Il a fait les comptes : έκανε τους λογαριασμούς / τον λογαριασμό.

Il travaille pour le compte de X : δουλεύει για λογαριασμό του Χ.

Συγγενικά

compter, comptabilité