κίνδυνος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ r2.7.3) (Ρομπότ: Προσθήκη: cs:κίνδυνος
Γραμμή 66: Γραμμή 66:


[[chr:κίνδυνος]]
[[chr:κίνδυνος]]
[[cs:κίνδυνος]]
[[de:κίνδυνος]]
[[de:κίνδυνος]]
[[en:κίνδυνος]]
[[en:κίνδυνος]]

Αναθεώρηση της 18:24, 18 Ιουνίου 2015

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'άγγελος'

Ετυμολογία

κίνδυνος < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

κίνδυνος αρσενικό

  1. οποιαδήποτε δυνατότητα έλευσης απώλειας ή ζημίας (ζωής ή αγαθών)
  2. Πρότυπο:πολιτ, Πρότυπο:οικον, Πρότυπο:κοινωνιολογία: κάθε ατέλεια πρόβλεψης, ή άγνοια παραμέτρων, εναλλακτικών γεγονότων, (πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών, κ.λπ.)

Συγγενικά

Σύνθετα

Μεταφράσεις