ταυτίζομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ →{{ετυμολογία}}: αντικατέστησε: παθητική φωνή του ταυτίζω → {{παθ|ταυτίζω}} με τη χρήση AWB |
→{{ρήμα|el}}: καλύτερη διατύπωση + προσθήκη |
||
Γραμμή 7: | Γραμμή 7: | ||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
||
# με [[ταυτίζω|ταυτίζουν]] |
# με [[ταυτίζω|ταυτίζουν]] |
||
# |
# ο απόλυτα [[ισοδύναμος]], αυτός που είναι ακριβώς [[ίδιος]] με κάποιον/κάτι άλλο |
||
#: ''οι απόψεις μας πάνω στο θέμα '''ταυτίζονται''' ολοκληρωτικά'' |
#: ''οι απόψεις μας πάνω στο θέμα '''ταυτίζονται''' ολοκληρωτικά'' |
||
# δίνω όλον τον εαυτό μου σε κάτι ώστε να γίνω ένα με αυτό |
# δίνω όλον τον εαυτό μου σε κάτι ώστε να γίνω ένα με αυτό |
Αναθεώρηση της 00:23, 7 Ιουλίου 2015
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ταυτίζομαι < παθητική φωνή του ρήματος ταυτίζω
Ρήμα
ταυτίζομαι
- με ταυτίζουν
- ο απόλυτα ισοδύναμος, αυτός που είναι ακριβώς ίδιος με κάποιον/κάτι άλλο
- οι απόψεις μας πάνω στο θέμα ταυτίζονται ολοκληρωτικά
- δίνω όλον τον εαυτό μου σε κάτι ώστε να γίνω ένα με αυτό
- ΠΕΝΗΝΤΑ ΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΑΜ: Ταυτίστηκε με τη λευτεριά και την προκοπή της Ελλάδας (από την εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 29 Σεπτέμβρη 1996)
Μεταφράσεις
ταυτίζομαι
|