βλέπω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 76: Γραμμή 76:
===={{κλίση}}====
===={{κλίση}}====
{{el-κλίσ-'μπαίνω'|θαορ=είδ|θμελλ=δ}}
{{el-κλίσ-'μπαίνω'|θαορ=είδ|θμελλ=δ}}
[[Κατηγορία:Ρήματα σε -αίνω, -αίρνω, -αίω, -έδγω, -έζω, -έθω, -έκω, -έλνω, -έλω, -έμω, -ένω, -έπω, -έρνω, -έρω, -έσω, -έτω, -έφω, -έχω και -έω]]
[[Κατηγορία:Ρήματα σε -αίνω, -αίρνω, -αίω, -έγω, -έζω, -έθω, -έκω, -έλνω, -έλω, -έμω, -ένω, -έπω, -έρνω, -έρω, -έσω, -έτω, -έφω, -έχω και -έω]]


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 20:11, 9 Σεπτεμβρίου 2015

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

βλέπω < αρχαία ελληνική

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

βλέπω , στ.μέλλ.: θα δω, αόρ.: είδα, παθ.φωνή: βλέπομαι, μτχ.π.π.: ιδωμένος

  1. αντιλαμβάνομαι την ύπαρξη αντικειμένων με τα μάτια μου
    στην αρχαιότητα έβλεπαν τους αστερισμούς με γυμνό μάτι
  2. κοιτάζω
    δε χορταίνω να το βλέπω
  3. καταλαβαίνω
    βλέπω τι εννοείς, δε βλέπεις ότι με πληγώνεις;
  4. (για αντικείμενα) είμαι στραμμένος προς κάποια κατεύθυνση
    το σπίτι βλέπει ανατολικά
  5. συναντώ, επισκέπτομαι
    δε μπορείς να φανταστείς ποιον είδα χθες!
  6. (για γιατρό) εξετάζω
    δεν πας καλύτερα να σε δει ο γιατρός;

Εκφράσεις

  • ακόμη δεν τον είδαμε και Γιάννη τον βαφτίσαμε: για σχέδια που γίνονται εκ των προτέρων, χωρίς να έχουν βάση
  • βλέπω άσπρη μέρα, βλέπω θεού πρόσωπο : ξεκουράζομαι, ευημερώ
από τότε που έχασε τη δουλειά της, δεν είδε άσπρη μέρα!
  • βλέπω με καλό μάτι : ευνοώ, συμπαθώ
  • βλέπω με τα ίδια μου τα μάτια : βλέπω εγώ ο ίδιος
  • βλέπω το φως της δημοσιότητας : αρχίζω να γίνομαι γνωστός / αρχίζω να κυκλοφορώ
  • βλέπω το φως του ήλιου : γεννιέμαι
  • βλέπω φως : διακρίνω ότι κάτι μπορεί να εξελιχθεί θετικά
  • δε βλέπω την ώρα : ανυπομονώ
τα παιδιά δε βλέπουν την ώρα να ανοίξουν τα δώρα τους!
  • δε με βλέπω καλά : νιώθω ότι κάτι κακό θα μου συμβεί, δε νιώθω ασφαλής
  • δε σε βλέπω από την πείνα : πεινώ τόσο που οι αισθήσεις μου δε λειτουργούν
  • είδα κι απόειδα : κατάφερα κάτι με προσπάθεια κι αναμονή
  • όποιος έχει μάτια βλέπει : για κάτι που είναι ολοφάνερο // για όσους εθελοτυφλούν
  • όπως σε βλέπω και με βλέπεις : για να δηλωθεί βεβαιότητα
  • τα βλέπω μαύρα : απαισιοδοξώ
  • τα βλέπω ρόδινα : αισιοδοξώ
  • θα δεις: έμμεση απειλή, αργότερα θα καταλάβεις τις συνέπειες των πράξεών σου, θα σε εκδικηθώ γι' αυτό που έκανες
  • την έχει δει ...: συμπεριφέρεται σαν να είναι ...
    ο Γιώργος την έχει δει αρχηγός τώρα τελευταία (συμπεριφέρεται αυταρχικά)
    Πώς την έχεις δει εσύ;' (Ποιος νομίζεις ότι είσαι και συμπεριφέρεσαι έτσι άσχημα;)

Συγγενικά

Σύνθετα

Κλίση

Μεταφράσεις