ραίνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 17: Γραμμή 17:
* [[ραντιστήρι]]
* [[ραντιστήρι]]
* [[ραντισμός]]
* [[ραντισμός]]
[[Κατηγορία:Ρήματα σε -αίνω, -αίρνω, -έκω, -έλνω, -έλω, -έμω, -ένω, -έρνω και -έρω]]
[[Κατηγορία:Ρήματα σε -αίνω, -αίρνω, -αίω, -έγω, -έζω, -έθω, -έκω, -έλνω, -έλω, -έμω, -ένω, -έπω, -έρνω, -έρω, -έσω, -έτω, -έφω, -έχω και -έω]]

===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}

Αναθεώρηση της 21:42, 9 Σεπτεμβρίου 2015

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ραίνω < αρχαία ελληνική ῥαίνω

Ρήμα

ραίνω

  1. σκορπίζω απαλά, κάτι ελαφρύ πάνω σε άνθρωπο ή δρόμο
    ραίνω με άνθη, με σταγόνες
  2. πιο ήπιο, ευγενικό ρήμα για το ραντίζω, το οποίο χρησιμοποιείται και για χημικά
  3. βρέχω υγραίνω
    οι πρόσφυγες τα φίλησαν, τα έραναν με δάκρυα πικραμένα κι έφυγαν γυμνωμένοι, καιγόταν η ψυχούλα τους, ήτανε νικημένοι
    ...ήρωες που έραναν με το αίμα τους κάθε σπιθαμή της ελληνικής γής
  4. (οικείο) (ειρωνικό) λούζω

Συγγενικά

Μεταφράσεις