μιμίδιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 14: Γραμμή 14:
==={{βλέπε}}===
==={{βλέπε}}===
* {{enWP|meme}}
* {{enWP|meme}}
* [[meme]] στο αγγλόφωνο Wiktionary[https://en.wiktionary.org/wiki/meme]
* [[meme]]
* {{ΒΠ}}
* {{ΒΠ}}

Αναθεώρηση της 07:34, 20 Οκτωβρίου 2015

Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται να μορφοποιηθούν όπως συνηθίζεται στο Βικιλεξικό,
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες.

Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού.


Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μιμίδιο τα μιμίδια
      γενική του μιμιδίου
μιμίδιου
των μιμιδίων
    αιτιατική το μιμίδιο τα μιμίδια
     κλητική μιμίδιο μιμίδια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

μίμημα/μίμηση/μιμούμαι + -ίδιο < μεταφραστικό δάνειο απ' τ' αγγλικά: επινοήθηκε από τον Richard Dawkins στο βιβλίο του "The Selfish Gene" (Εγωιστικό γονίδιο) (1976). Συμπτυγμένο/συντμημένο (όπως το gene - γονίδιο) από το αρχικό mimeme < αρχαία ελληνική μίμημα ‎(mímēma, “απομίμηση, αντιγραφή”).

Ουσιαστικό

Πρότυπο:ιατρ, Πρότυπο:φιλοσ, (συμπεριφορισμός), Πρότυπο:ψυχολ μονάδα πολιτισμικής πληροφορίας, επίκτητη μη ενστικτώδης πληροφορία

Συνώνυμα

Δείτε επίσης