raise: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη an
μ Ρομπότ: Προσθήκη: pt:raise
Γραμμή 36: Γραμμή 36:
[[nl:raise]]
[[nl:raise]]
[[pl:raise]]
[[pl:raise]]
[[pt:raise]]
[[ru:raise]]
[[ru:raise]]
[[simple:raise]]
[[simple:raise]]

Αναθεώρηση της 07:51, 22 Μαρτίου 2016

Αγγλικά (en)

Ρήμα

raise (en)

  1. σηκώνω, υψώνω
  2. μαζεύω, συγκεντρώνω
  3. εκτρέφω
  4. ανατρέφω
  5. Πρότυπο:μαθ υψώνω έναν αριθμό σε μία δύναμη

Ουσιαστικό

raise (en)

  1. (ΗΠΑ) αύξηση μισθού (και rise (ΗΒ))