βάλλω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Dgolitsis (συζήτηση | συνεισφορές)
→‎θεματολογία: επιμέλεια
Dgolitsis (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 6: Γραμμή 6:
==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|ˈva.lɔ|γλ=el}}
{{ΔΦΑ|ˈva.lɔ|γλ=el}}

==[[θεματολογία]]==
*[[γραμματική|γραμμ.]] και [[ετυμολογικό|ετυμολο.]], [[αρχικός|αρχ]] [[θέμ-|θέμα]] '''βελ-''' [[πβ.|πρβ]] [[βέλος]], [[βελόνη]] και καθ΄ [[ετεροίωση]] '''βολ-''' [[πβ.|πρβ]] [[βολή]], [[απόβλητος]] κατά [[μετάπτωση]] και [[μετάθεση]] '''βαλ-''' και '''βλη-''' [[πβ.|πρβ]] [[ βλήμα]] και καθ΄ ετεροίωση '''βλω-''' [[πβ.|πρβ]] [[βλωμός]] (μπουκιά)


==={{ρήμα|el}}===
==={{ρήμα|el}}===
Γραμμή 17: Γραμμή 14:
#: ''Σε ανακοίνωσή του το σωματείο των ηλεκτροδηγών στο Μετρό '''βάλλει''' κατά της Διοίκησης της ΑΜΕΛ επισημαίνοντας πως δεν είχε εξαγγελθεί 24ωρη απεργία.'' (από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 4 Ιανουαρίου 2011)
#: ''Σε ανακοίνωσή του το σωματείο των ηλεκτροδηγών στο Μετρό '''βάλλει''' κατά της Διοίκησης της ΑΜΕΛ επισημαίνοντας πως δεν είχε εξαγγελθεί 24ωρη απεργία.'' (από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 4 Ιανουαρίου 2011)


==[[θεματολογία]]==
===={{συγγενικά}}====
*[[γραμματική|γραμμ.]] και [[ετυμολογικό|ετυμολογ.]], [[αρχικός|αρχ]] [[θέμ-|θέμα]] '''βελ-''' [[πβ.|πρβ]] [[βέλος]], [[βελόνη]] και καθ΄ [[ετεροίωση]] '''βολ-''' [[πβ.|πρβ]] [[βολή]], [[απόβλητος]] κατά [[μετάπτωση]] και [[μετάθεση]] '''βαλ-''' και '''βλη-''' [[πβ.|πρβ]] [[ βλήμα]] και καθ΄ ετεροίωση '''βλω-''' [[πβ.|πρβ]] [[βλωμός]] (μπουκιά)
* [[βελόνι]]

* [[βολή]]
* [[βόλι]]
* [[βλήμα]]
* [[βέλος]]
* [[πυροβόλο]]
* [[σκοποβολή]]


===={{εκφράσεις}}====
===={{εκφράσεις|el}}====
«τα πυροβόλα έβαλον», παρατ. συνεχώς έβαλον
«'''τα πυροβόλα έβαλον»''', [[παρατατικός|παρατ.]] έβα'''λλ'''ον (συνεχώς), ενώ [[αόριστος]] β΄ «'''έβαλον»'''


===={{μορφές}}====
===={{μορφές}}====

Αναθεώρηση της 09:36, 26 Μαΐου 2016

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

βάλλω < αρχαία ελληνική βάλλω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *gʷelh₁-

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

βάλλω, πρτ.: έβαλλα, στ.μέλλ.: θα βάλω, αόρ.: έβαλα, παθ.φωνή: βάλλομαι

  1. εκτελώ βολή, ρίχνω ένα βλήμα
    Η Νότια Κορέα ανακοίνωσε ότι πραγματοποιούσε συνηθισμένες στρατιωτικές ασκήσεις στα ανοικτά της δυτικής ακτής όταν η Βόρεια Κορέα αρχίσει να βάλλει με δεκάδες οβίδες, όμως επισήμανε πως τα νοτιοκορεατικά πυρά κατά τα γυμνάσια δεν ήταν προς την κατεύθυνση του βορρά. (από την εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 23 Νοεμβρίου 2010)
  2. (μεταφορικά) κατηγορώ κάποιον, του αποδίδω μομφή
    Σε ανακοίνωσή του το σωματείο των ηλεκτροδηγών στο Μετρό βάλλει κατά της Διοίκησης της ΑΜΕΛ επισημαίνοντας πως δεν είχε εξαγγελθεί 24ωρη απεργία. (από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 4 Ιανουαρίου 2011)

θεματολογία


Εκφράσεις

«τα πυροβόλα έβαλον», παρατ. έβαλλον (συνεχώς), ενώ αόριστος β΄ «έβαλον»

Άλλες μορφές

ἵημι, απλά ρίπτω, χωρίς να ευστοχώ.

Σύνθετα

Μεταφράσεις