προέρχομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη lt |
|||
Γραμμή 74: | Γραμμή 74: | ||
[[chr:προέρχομαι]] |
[[chr:προέρχομαι]] |
||
[[en:προέρχομαι]] |
[[en:προέρχομαι]] |
||
[[lt:προέρχομαι]] |
Αναθεώρηση της 01:23, 12 Αυγούστου 2016
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- προέρχομαι < αρχαία ελληνική προέρχομαι < πρό + ἔρχομαι
Ρήμα
προέρχομαι
- (κυριολεκτικά) (μεταφορικά) έρχομαι από κάποιο μέρος ή τόπο, εκπορεύομαι, πηγάζω
- κατάγομαι