πληθυντικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: ru:πληθυντικός
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Και ρ

=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'καλός'}}
{{el-κλίσ-'καλός'}}

Αναθεώρηση της 11:07, 7 Οκτωβρίου 2016

Και ρ

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πληθυντικός η πληθυντική το πληθυντικό
      γενική του πληθυντικού της πληθυντικής του πληθυντικού
    αιτιατική τον πληθυντικό την πληθυντική το πληθυντικό
     κλητική πληθυντικέ πληθυντική πληθυντικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πληθυντικοί οι πληθυντικές τα πληθυντικά
      γενική των πληθυντικών των πληθυντικών των πληθυντικών
    αιτιατική τους πληθυντικούς τις πληθυντικές τα πληθυντικά
     κλητική πληθυντικοί πληθυντικές πληθυντικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

πληθυντικός < ελληνιστική πληθυντικός < αρχαία ελληνική πληθύνω < πληθύς

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Επίθετο

πληθυντικός αρσενικό

  1. Πρότυπο:γραμμ οι μορφές ενός κλιτού μέρους του λόγου που αναφέρονται σε περισσάτερα από ένα. Επίσης υπάρχει και ο ενικός αριθμός, όπως υπήρχε και ο δυϊκός.
  2. που αυξάνεται συνεχώς

Συγγενικά

Αντώνυμα

Μεταφράσεις