επισκέπτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{δείτε|ἐπισκέπτης}} |
|||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'ναύτης'}} |
|||
{{προσχέδιο}} |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|ἐπισκέπτης}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|ἐπισκέπτης}} ({{σμσδ}} {{ετυμ fr}} [[visiteur]]) |
||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' {{α}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{α}} ({{θ}}: [[επισκέπτρια]]) |
||
*[[άτομο]] που [[επισκέπτομαι|επισκέπτεται]], που κάνει [[επίσκεψη]] |
|||
===={{πολυλεκτικοί όροι}}==== |
===={{πολυλεκτικοί όροι}}==== |
||
* [[ιατρικός επισκέπτης]] |
* [[ιατρικός επισκέπτης]] |
||
* [[επισκέπτης καθηγητής]] |
* [[επισκέπτης καθηγητής]] |
||
επισκέπτης υγείας |
*[[επισκέπτης υγείας]] |
||
===={{συγγενικά}}==== |
===={{συγγενικά}}==== |
||
*[[αντεπισκέπτης]] |
|||
*[[αντεπισκέπτομαι]] |
|||
* [[επισκέπτρια]] |
* [[επισκέπτρια]] |
||
*[[επισκέπτομαι]] |
|||
*{{βλ|επί|σκέφτομαι}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
Αναθεώρηση της 07:34, 4 Μαρτίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- επισκέπτης < αρχαία ελληνική ἐπισκέπτης ((σημασιολογικό δάνειο) γαλλική visiteur)
Ουσιαστικό
επισκέπτης αρσενικό (θηλυκό: επισκέπτρια)
- άτομο που επισκέπτεται, που κάνει επίσκεψη
Πολυλεκτικοί όροι
Συγγενικά
- αντεπισκέπτης
- αντεπισκέπτομαι
- επισκέπτρια
- επισκέπτομαι
- → δείτε τις λέξεις επί και σκέφτομαι