άρθρο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη it |
|||
Γραμμή 58: | Γραμμή 58: | ||
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{is}} : {{τ|is|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{is}} : {{τ|is|ΧΧΧ}} --> |
||
* {{es}} : {{τ|es|artículo}} |
|||
<!-- * {{it}} : {{τ|it|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{it}} : {{τ|it|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{ks}} : {{τ|ks|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{ks}} : {{τ|ks|ΧΧΧ}} --> |
Αναθεώρηση της 23:23, 4 Μαρτίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- άρθρο < αρχαία ελληνική ἄρθρον < από το θέμα αρ- του αραρίσκω (εφαρμόζω, συνάπτω) + -θρον
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
άρθρο ουδέτερο
- μέρος ενός συνόλου, το οποίο προσαρτάται, συνάπτεται σε κάτι μεγαλύτερο ή σημαντικότερο χωρίς όμως να αποτελεί απλό εξάρτημα αλλά βασικό τμήμα του
- μέρος το λόγου, με τρία γένη, κλιτό, που μπαίνει μπροστά από τα ονόματα: το, η, ο, ένας, μία κλπ.
- η αραβική γλώσσα δεν έχει αόριστο άρθρο
- τμήμα/διάταξη ενός νόμου, βασικό στοιχείο ενός θρησκευτικού δόγματος, όρος ή τμήμα ενός καταστατικού, ιδιωτικού συμφωνητικού
- το νομοσχέδιο ψηφίστηκε κατ' άρθρον και επί του συνόλου
- τα άρθρα της πίστεως
- μέρος του σώματος ανθρώπου ή εντόμου, το τμήμα μεταξύ δύο αρθρώσεων
- κείμενο σε εφημερίδα που περιέχει κριτική και προσωπικές θέσεις, σε αντιδιαστολή προς το ρεπορτάζ που κανονικά αποτελεί απλή αναφορά γεγονότων και δεν περιλαμβάνει κρίσεις
- στο κύριο άρθρο της η εφημερίδα πήρε θέση τελικά υπέρ του τάδε υποψηφίου
Συγγενικά
Σύνθετα
- → δείτε τη λέξη αρθρογράφος