διερμηνέας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ r2.7.3) (Ρομπότ: Προσθήκη: da:διερμηνέας |
μ Ρομπότ: Προσθήκη: cs:διερμηνέας |
||
Γραμμή 61: | Γραμμή 61: | ||
[[be:διερμηνέας]] |
[[be:διερμηνέας]] |
||
[[cs:διερμηνέας]] |
|||
[[da:διερμηνέας]] |
[[da:διερμηνέας]] |
||
[[en:διερμηνέας]] |
[[en:διερμηνέας]] |
Αναθεώρηση της 21:47, 13 Μαρτίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- διερμηνέας < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
διερμηνέας αρσενικό ή θηλυκό
- επαγγελματίας μεταφραστής για προφορική επικοινωνία
Μεταφράσεις
διερμηνέας