δυσκολία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
KCharitakis (συζήτηση | συνεισφορές)
μ περιττά τα σχόλια
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη en
Γραμμή 63: Γραμμή 63:
{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[en:δυσκολία]]
[[fr:δυσκολία]]
[[fr:δυσκολία]]
[[mg:δυσκολία]]
[[mg:δυσκολία]]

Αναθεώρηση της 13:11, 16 Μαρτίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'θάλασσα'

Ετυμολογία

δυσκολία < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

δυσκολία θηλυκό

  1. πρόβλημα, δυσλειτουργία, η ανικανότητα να κάνει κανείς κάτι τόσο γρήγορα ή τόσο καλά όσο θα γινόταν κανονικά από άλλους
    μαθησιακές δυσκολίες, δυσκολία αναπνοής
  2. αντιξοότητα, δυσάρεστη κατάσταση ή περίοδος
    αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της ζωής πάντα με αισιοδοξία
  3. το αποτέλεσμα της ύπαρξης εμποδίων που επιβαρύνουν μια κίνηση ή μια πράξη
    με δυσκολία η κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης λόγω των συνεχιζόμενων διαδηλώσεων
  4. το αποτέλεσμα του να γνώρισες πέντε δέκα άτομα και να το παίζεις δύσκολος στο γήπεδο

Μεταφράσεις