καθορίζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ru
Γραμμή 74: Γραμμή 74:
[[chr:καθορίζω]]
[[chr:καθορίζω]]
[[mg:καθορίζω]]
[[mg:καθορίζω]]
[[ru:καθορίζω]]

Αναθεώρηση της 17:47, 16 Μαρτίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

καθορίζω < αρχαία ελληνική καθορίζω < κατά + ὁρίζω

Ρήμα

καθορίζω

  1. ορίζω, προσδιορίζω με ακρίβεια, συχνά κατά τρόπο επίσημο και οριστικό
    Οι δύο συναρμόδιοι υπουργοί συσκέφτηκαν για να καθορίσουν το ύψος του πλαφόν για τα καύσιμα.
  2. αποτελώ πολύ σημαντικό χαρακτήρα για την πορεία και την τελική μορφή που αποκτά κάτι
    οι σκληρές συνθήκες της παιδικής του ηλικίας καθόρισαν το χαρακτήρα του

Συγγενικά


Κλίση

Μεταφράσεις