ξυλουργία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fr, mg |
|||
Γραμμή 20: | Γραμμή 20: | ||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[fr:ξυλουργία]] |
|||
[[mg:ξυλουργία]] |
Αναθεώρηση της 19:29, 16 Μαρτίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ξυλουργία < αρχαία ελληνική ξυλουργία < ξύλον + ἔργον
Ουσιαστικό
ξυλουργία θηλυκό
- η τέχνη της κατεργασίας του ξύλου, η τέχνη του ξυλουργού
Συνώνυμα
Συγγενικά
Μεταφράσεις
ξυλουργία
|