γαμέτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διαγραφή των interwikis
Γραμμή 57: Γραμμή 57:


{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}

[[fr:γαμέτης]]
[[li:γαμέτης]]

Αναθεώρηση της 17:21, 29 Απριλίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

γαμέτης < αρχ. γαμέτης =σύζυγος< γαμέω -ώ (αρχ. =νυμφεύομαι)

Ουσιαστικό

γαμέτης αρσενικό

  1. (κυτταρολογία) Το αναπαραγωγικό κύτταρο που έχει μόνο το ήμισυ του συνήθους αριθμού χρωματοσωμάτων.

Μεταφράσεις