δαπανηρός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ διαγραφή των interwikis |
|||
Γραμμή 61: | Γραμμή 61: | ||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[chr:δαπανηρός]] |
Αναθεώρηση της 19:35, 29 Απριλίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- δαπανηρός < αρχαία ελληνική δαπανηρός < δαπάνη + -ηρός
Επίθετο
δαπανηρός, -ή, ό
- που απαιτεί μεγάλη δαπάνη για να αποκτηθεί, διεξαχθεί ή συντηρηθεί
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη δαπανηρός