μάθημα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη cs |
μ διαγραφή των interwikis |
||
Γραμμή 67: | Γραμμή 67: | ||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[chr:μάθημα]] |
|||
[[cs:μάθημα]] |
|||
[[de:μάθημα]] |
|||
[[en:μάθημα]] |
|||
[[fi:μάθημα]] |
|||
[[fj:μάθημα]] |
|||
[[fr:μάθημα]] |
|||
[[hu:μάθημα]] |
|||
[[it:μάθημα]] |
|||
[[lt:μάθημα]] |
|||
[[mg:μάθημα]] |
|||
[[pl:μάθημα]] |
|||
[[pt:μάθημα]] |
|||
[[ru:μάθημα]] |
|||
[[ta:μάθημα]] |
|||
[[tr:μάθημα]] |
|||
[[uk:μάθημα]] |
Αναθεώρηση της 16:20, 21 Μαΐου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μάθημα < αρχαία ελληνική μάθημα
Ουσιαστικό
μάθημα ουδέτερο
- γνωστικό αντικείμενο που διδάσκεται σε σχολείο ή πανεπιστήμιο
- πήρα άριστα στο μάθημα των αρχαίων ελληνικών
- ενότητα ενός τέτοιου γνωστικού αντικειμένου
- στο πρώτο μάθημα των αρχαίων ελληνικών διδαχτήκαμε τους κανόνες τονισμού
- η διδασκαλία και παρακολούθηση ενός τέτοιου γνωστικού αντικειμένου
- πρέπει να φύγω, γιατί σε λίγο έχω μάθημα
- εμπειρία που αποκτιέται από ένα, συνήθως οδυνηρό, περιστατικό της ζωής
- με ξεγέλασαν, αλλά πήρα ένα καλό μάθημα και άλλη φορά θα είμαι προσεκτικότερος στην επιλογή των φίλων μου