πάγος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Anadelph2 (συζήτηση | συνεισφορές)
Ετικέτα: επεξεργασία κώδικα 2017
Anadelph2 (συζήτηση | συνεισφορές)
Ετικέτα: επεξεργασία κώδικα 2017
Γραμμή 90: Γραμμή 90:
* {{ms}} : {{τ|ms|es|noentry=1}}
* {{ms}} : {{τ|ms|es|noentry=1}}
* {{no}} : {{τ|no|is}}
* {{no}} : {{τ|no|is}}
<!-- * {{nl}} : {{τ|nl|XXX}} -->
* {{nl}} : {{τ|nl|ijs}}
* {{hu}} : {{τ|hu|jég}}, {{τ|hu|fagylalt}}
* {{hu}} : {{τ|hu|jég}}, {{τ|hu|fagylalt}}
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|XXX}} -->
* {{uk}} : {{τ|uk|лід|tr=lid}}
<!-- * {{uz}} : {{τ|uz|XXX}} -->
<!-- * {{uz}} : {{τ|uz|XXX}} -->
* {{pap}} : {{τ|pap|eis}}
* {{pap}} : {{τ|pap|eis}}
Γραμμή 101: Γραμμή 101:
* {{ru}} : {{τ|ru|лёд|tr=ljod}}
* {{ru}} : {{τ|ru|лёд|tr=ljod}}
<!-- * {{sa}} : {{τ|sa|XXX}} -->
<!-- * {{sa}} : {{τ|sa|XXX}} -->
<!-- * {{sr}} : {{τ|sr|XXX}} -->
* {{sr}} : {{τ|sr|лед|tr=lȇd}}
<!-- * {{mk}} : {{τ|mk|XXX}} -->
* {{mk}} : {{τ|mk|лед|tr=led}}
<!-- * {{sk}} : {{τ|sk|XXX}} -->
* {{sk}} : {{τ|sk|ľad}}
* {{sl}} : {{τ|sl|led}}
* {{sl}} : {{τ|sl|led}}
* {{sv}} : {{τ|sv|is}}
* {{sv}} : {{τ|sv|is}}

Αναθεώρηση της 16:31, 19 Μαρτίου 2018

Δείτε επίσης: πᾶγος

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'δρόμος'

Ετυμολογία

πάγος < αρχαία ελληνική πάγος < θέμα πᾱγ- του ρήματος πήγνυμι

Ουσιαστικό

Kομμάτι πάγου

πάγος αρσενικό

η κατάψυξη του ψυγείου έχει μαζέψει πολύ πάγο
καλλιτεχνικό πατινάζ πάνω στον πάγο
  • μια μικρή ή μεγάλη μάζα πάγου
πίνει το ποτό του με πάγο
  • οτιδήποτε γίνεται αισθητό ως πολύ παγωμένο
η θάλασσα είναι πάγος
οι οδηγοί να είναι προσεκτικοί, διότι το πρωί θα έχει πάγο στους δρόμους

Εκφράσεις

  • βάζω στον πάγο: αφήνω κάποιον σε αχρηστία, διακόπτω τη δραστηριότητα
  • σπάω τον πάγο: διαλύω την αρχική αμηχανία

Δείτε επίσης

Συγγενικά

Μεταφράσεις



Αρχαία ελληνικά (grc)

Πρότυπο:grc-κλίσ-'χρόνος'

Ετυμολογία

πάγος < θέμα πᾱγ- του ρήματος πήγνυμι

Ουσιαστικό

πάγος

  1. βράχος
  2. παγετός
  3. το αλάτι που βρίσκουμε στις αλυκές μετά την εξάτμιση του θαλασσινού νερού
  4. θρόμβος αίματος, το πηγμένο αίμα