ὕλη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-grc-}}== |
=={{-grc-}}== |
||
⚫ | |||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < αβέβαιης ετυμολογίας<ref>αποδίδεται από κάποιους ειδικούς σε κοινή [[πρωτοϊνδοευρωπαϊκός|πρωτοϊνδοευρωπαϊκή]] ριζική λέξη '''sew''', η οποία όμως είχε την έννοια του ρευστού και υγρού υλικού, σε αντίθεση με τη στέρεη ιδιότητα της αντιστοιχης ελληνικής λεξης</ref>, πιθανόν συγγενές με το λατινικό silva, το νορβηγικό søyla και το περσικό گيلان (Gilān) |
: '''{{PAGENAME}}''' < αβέβαιης ετυμολογίας<ref>αποδίδεται από κάποιους ειδικούς σε κοινή [[πρωτοϊνδοευρωπαϊκός|πρωτοϊνδοευρωπαϊκή]] ριζική λέξη '''sew''', η οποία όμως είχε την έννοια του ρευστού και υγρού υλικού, σε αντίθεση με τη στέρεη ιδιότητα της αντιστοιχης ελληνικής λεξης</ref>, πιθανόν συγγενές με το λατινικό silva, το νορβηγικό søyla και το περσικό گيلان (Gilān) |
||
Γραμμή 21: | Γραμμή 21: | ||
#(φιλοσοφία) ό,τι γεννιέται και πεθαίνει, σε αντιδιαστολή προς την [[ψυχή]] και το [[είδος]] |
#(φιλοσοφία) ό,τι γεννιέται και πεθαίνει, σε αντιδιαστολή προς την [[ψυχή]] και το [[είδος]] |
||
#:'''''ὕλη''' ἐστί τὸ ὑποκείμενον γενέσεως καὶ φθορᾶς δεκτικόν'' |
#:'''''ὕλη''' ἐστί τὸ ὑποκείμενον γενέσεως καὶ φθορᾶς δεκτικόν'' |
||
⚫ | |||
===={{συνώνυμα}}==== |
===={{συνώνυμα}}==== |
||
Γραμμή 28: | Γραμμή 27: | ||
*[[υλικό]] |
*[[υλικό]] |
||
*πρώτη [[ύλη]] |
*πρώτη [[ύλη]] |
||
{{(}} |
{{(}} |
Αναθεώρηση της 07:04, 2 Απριλίου 2018
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- ὕλη < αβέβαιης ετυμολογίας[1], πιθανόν συγγενές με το λατινικό silva, το νορβηγικό søyla και το περσικό گيلان (Gilān)
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
ἡ ὕλη
- το δάσος, τα δέντρα που δεν φέρουν καρπούς
- ὑλαῖα ήθη (ο τρόπος ζωής στα δάση, ο άγριος)
- ...τὰ δένδρα καὶ ὕλη (δέντρα με καρπούς και δέντρα για ξυλεία)
- η ξυλεία
- ὕλη ναυπηγησίμη
- ὕλη οἰκοδομική
- το υλικό από το οποίο είναι κατασκευασμένα, πλασμένα διάφορα αντικείμενα (όχι όμως συνήθως τα μεταλλικά) ή δημιουργίες (π.χ. ποίηση)
- ὕλη τραγική, ποιητικαὶ ὗλαι
- ὕλη ἰατρική
- ἡ ὕλη τῶν ἐμπυημάτων (εκκρίσεις, πύο)
- (φιλοσοφία) ό,τι γεννιέται και πεθαίνει, σε αντιδιαστολή προς την ψυχή και το είδος
- ὕλη ἐστί τὸ ὑποκείμενον γενέσεως καὶ φθορᾶς δεκτικόν
Συνώνυμα
Συγγενικά
|
Συγγενικές νεοελληνικής |
Σύνθετα |
Σύνθετα νεοελληνικής |
Σημειώσεις
- ↑ αποδίδεται από κάποιους ειδικούς σε κοινή πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ριζική λέξη sew, η οποία όμως είχε την έννοια του ρευστού και υγρού υλικού, σε αντίθεση με τη στέρεη ιδιότητα της αντιστοιχης ελληνικής λεξης