πεθαίνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 8: Γραμμή 8:
==={{ρήμα|el}}===
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}'''
* φεύγω από τη [[ζωή]], [[σταματώ|σταματάνε]] όλες οι [[σωματικός|σωματικές]] [[λειτουργία|λειτουργίες]] μου που χρειάζονται για τη στήριξη της ζωής
#[[φεύγω]] από τη [[ζωή]], [[σταματώ|σταματάνε]] όλες οι [[σωματικός|σωματικές]] [[λειτουργία|λειτουργίες]] μου που χρειάζονται για τη στήριξη της ζωής
*:''ο ηθοποιός '''πέθανε''' από καρδιακή προσβολή''
#:''ο ηθοποιός '''πέθανε''' από καρδιακή προσβολή''
#[[σταματώ|σταματάει]] η [[ύπαρξη|ύπαρξή]] μου
*::γιαγιά: ''-Όταν '''πεθάνουμε''' κανείς δεν ξέρει που θα πάει η ψυχή μας!''
#:''δεν ξέρουμε πόσες ανθρώπινες γλώσσες '''πεθαίνουν''' κάθε χρόνο''
*::Τοτός: ''-Το σώμα κι ο εγκέφαλος θα λιώσουν εντελώς στον τάφο, και η ψυχή θα χρησιμοποιεί τον εναπομείναντα εγκέφαλο, τίποτα δηλαδή, ακριβώς όσο χρησιμοποιούσαμε εν ζωή μιλώντας για ψυχές. Η ψυχή κι ο βλάκας δεν χρειάζονται τον εγκέφαλο!''
#[[θέλω]] κάτι ή κάποιον πάρα πολύ, έχω [[έντονος|έντονη]] [[επιθυμία]]
* [[σταματώ|σταματάει]] η [[ύπαρξη|ύπαρξή]] μου
#:''η κοπέλα '''πεθαίνει''' για σένα, φαίνεται στα μάτια της πως σε αγαπά''
*:''δεν ξέρουμε πόσες ανθρώπινες γλώσσες '''πεθαίνουν''' κάθε χρόνο''
#[[νιώθω]] μία [[δυσάρεστος|δυσάρεστη]] [[αίσθηση]] που δύσκολα την αντέχω
* θέλω κάτι ή κάποιον πάρα πολύ, έχω [[έντονος|έντονη]] [[επιθυμία]]
#:''πριν την εγχείρηση '''πέθαινε''' από τον πόνο στο πόδι της, αλλά τώρα είναι μια χαρά''
*:''η κοπέλα '''πεθαίνει''' για σένα, φαίνεται στα μάτια της πως σε αγαπά''
* [[νιώθω]] μία [[δυσάρεστος|δυσάρεστη]] [[αίσθηση]] που δύσκολα την αντέχω
*:''πριν την εγχείρηση '''πέθαινε''' από τον πόνο στο πόδι της, αλλά τώρα είναι μια χαρά''


===={{συνώνυμα|el}}====
===={{συνώνυμα}}====
* [[ειρηνεύω]] (για κλήρο)
* [[ειρηνεύω]] (για [[κλήρο]])
===={{εκφράσεις|el}}====
* '''πεθαίνω της [[πείνα|πείνας]]''' : [[πεινώ]] πάρα πολύ


===={{ρητά|el}}====
===={{εκφράσεις}}====
* '''πεθαίνω της [[πείνα|πείνας]]''' : [[πεινώ]] πάρα πολύ
* '''όποιος πεθαίνει μερικώς σκέφτεται-σκεπτόταν και μερικώς'''


===={{συγγενικά}}====
===={{συγγενικά}}====

Αναθεώρηση της 15:08, 16 Ιουνίου 2018

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

πεθαίνω < μεσαιωνική ελληνική ἀπεθαίνω < ἀπέθανε αόριστος του αρχαία ελληνική ἀποθνήσκω

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

πεθαίνω

  1. φεύγω από τη ζωή, σταματάνε όλες οι σωματικές λειτουργίες μου που χρειάζονται για τη στήριξη της ζωής
    ο ηθοποιός πέθανε από καρδιακή προσβολή
  2. σταματάει η ύπαρξή μου
    δεν ξέρουμε πόσες ανθρώπινες γλώσσες πεθαίνουν κάθε χρόνο
  3. θέλω κάτι ή κάποιον πάρα πολύ, έχω έντονη επιθυμία
    η κοπέλα πεθαίνει για σένα, φαίνεται στα μάτια της πως σε αγαπά
  4. νιώθω μία δυσάρεστη αίσθηση που δύσκολα την αντέχω
    πριν την εγχείρηση πέθαινε από τον πόνο στο πόδι της, αλλά τώρα είναι μια χαρά

Συνώνυμα

Εκφράσεις

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις