φλάουτο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διαγραφή των interwikis
συμπλήρωση
Γραμμή 2: Γραμμή 2:
{{el-κλίσ-'πεύκο'}}
{{el-κλίσ-'πεύκο'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ_it}} [[flauto]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ_it}} {{λ|flauto|it}}


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
Γραμμή 10: Γραμμή 10:
[[Αρχείο:Flute.jpg|thumb|280px|ένα '''φλάουτο''']]
[[Αρχείο:Flute.jpg|thumb|280px|ένα '''φλάουτο''']]
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
# [[πνευστός|πνευστό]] μουσικό [[όργανο]] που αποτελείται από ένα σωλήνα με τρύπες και [[κλειδί|κλειδιά]] κατά μήκος του και με στενό [[επιστόμιο]] στα πλάγια του πάνω άκρου του
# {{μουσ όργ}} μεταλλικό [[πνευστός|πνευστό]] μουσικό [[όργανο]] που αποτελείται από ένα σωλήνα με τρύπες και [[κλειδί|κλειδιά]] κατά μήκος του και με στενό [[επιστόμιο]] στα πλάγια του πάνω άκρου του. Παλαιότερα ήταν ξύλινο, γι' αυτό λέμε ότι ανήκει στην οικογένεια των [[ξύλινα πνευστά|ξύλινων πνευστών]]
# {{βλ|φλάουτο με ράμφος}}
# '''φλάουτο με [[ράμφος]]''': πνευστό μουσικό όργανο που αποτελείται από ένα [[κωνικός|κωνικό]] σωλήνα που στενεύει στο κάτω άκρο. Χρησιμοποιήθηκε στο [[Μεσαίωνας|Μεσαίωνα]] μέχρι την εποχή του [[μπαρόκ]]
# [[ποτήρι]] [[σαμπάνια|σαμπάνιας]], ψηλό


===={{συνώνυμα}}====
===={{συνώνυμα}}====
Γραμμή 18: Γραμμή 19:
===={{συγγενικά}}====
===={{συγγενικά}}====
* [[φλαουτίστας]]
* [[φλαουτίστας]]
* [[φλαουτίστρια]]
* [[φλαουτίστα]] ([[φλαουτίστρια]])

===={{βλέπε}}====
* [[άλτο]]
* [[αυλός]]
* [[πίκολο]]
* [[φλάουτο με ράμφος]]
Παραδοσιακά όργανα:
* [[ζουρνάς]]
* [[πίπιζα]]
* [[φλογέρα]]
{{ΒΠ}}


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 04:15, 22 Αυγούστου 2018

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'πεύκο'

Ετυμολογία

φλάουτο < Πρότυπο:ετυμ it flauto

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

ένα φλάουτο

φλάουτο ουδέτερο

  1. Πρότυπο:μουσ όργ μεταλλικό πνευστό μουσικό όργανο που αποτελείται από ένα σωλήνα με τρύπες και κλειδιά κατά μήκος του και με στενό επιστόμιο στα πλάγια του πάνω άκρου του. Παλαιότερα ήταν ξύλινο, γι' αυτό λέμε ότι ανήκει στην οικογένεια των ξύλινων πνευστών
  2. → δείτε τη λέξη φλάουτο με ράμφος
  3. ποτήρι σαμπάνιας, ψηλό

Συνώνυμα

Συγγενικά

Δείτε επίσης

Παραδοσιακά όργανα:

Μεταφράσεις