υποδειγματικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ προσθήκη el-κλίσ-'καλός' στα -ικός |
|||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'καλός'}} |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
Αναθεώρηση της 04:34, 25 Αυγούστου 2018
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- υποδειγματικός < αρχαία ελληνική ὑποδειγματικός < ὑπόδειγμα
Επίθετο
υποδειγματικός, -ή, -ό
- που χρησιμεύει σαν υπόδειγμα
Μεταφράσεις
υποδειγματικός