εξαιρετός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ διαγραφή των interwikis |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{επέκταση}} |
|||
{{δείτε|εξαίρετος}} |
{{δείτε|εξαίρετος}} |
||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
Αναθεώρηση της 12:56, 6 Σεπτεμβρίου 2018
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- εξαιρετός σύνθετη λέξη από την <πρόθεση εξ+ αἱρῶ, ο δυνάμενος να εξαιρεθεί, όπως διαλυτός (= δυνάμενος να διαλυθεί)
Επίθετο
εξαιρετός θηλυκό -ή, ουδέτερο -τόν
Σημείωση
Στα ρηματικά επίθετα σε -τος, όταν υπάρχει η έννοια του δυνατού διαηρούν τον τόνο στη λήγουσα και είναι τρικατάληκτα, όπως εδώ, ενώ, αν στη σύνθεση υπάρχει η έννοια του παθητικού παρακειμένου αναβιβάζουν τον τόνο και είναι δικατάληκτα, όπως εξαίρετος
Μεταφράσεις
εξαιρετός
|