splitter: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διαγραφή των interwikis
{τεχνικός όρος}
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-en-}}==
=={{-en-}}==

==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία|en}}


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
Γραμμή 11: Γραμμή 8:
# [[διαχωριστής]]
# [[διαχωριστής]]
# επιστήμονας ειδοταξινομητής - ταξωνομαστής ο οποίος με την πρώτη δικαιολογία διαχωρίζει τα είδη και άρα εμφανίζονται περισσότερα, πιθανώς και εικονικά όταν το παρακάνει
# επιστήμονας ειδοταξινομητής - ταξωνομαστής ο οποίος με την πρώτη δικαιολογία διαχωρίζει τα είδη και άρα εμφανίζονται περισσότερα, πιθανώς και εικονικά όταν το παρακάνει
# {{τεχν}} διαχωριστής - διανεμητής, αντάπτορας ο οποίος διανέμει παράλληλα το ίδιο ακριβώς σήμα σε πολλές εξόδους (πχ. έχω μόνο μία κιθάρα, αλλά με '''splitter''' την διανέμω σε δύο ενισχυτές | έχω μόνο μία κονσόλα, αλλά με '''splitter''' την διανέμω σε τρεις τηλεοράσεις)
# {{τεχνικός όρος}} διαχωριστής - διανεμητής, αντάπτορας ο οποίος διανέμει παράλληλα το ίδιο ακριβώς σήμα σε πολλές εξόδους (πχ. έχω μόνο μία κιθάρα, αλλά με '''splitter''' την διανέμω σε δύο ενισχυτές | έχω μόνο μία κονσόλα, αλλά με '''splitter''' την διανέμω σε τρεις τηλεοράσεις)
#* {{αντώνυμα|en}}: [[switch]]
#* {{αντώνυμα|en}}: [[switch]]



Αναθεώρηση της 13:13, 4 Απριλίου 2019

Αγγλικά (en)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

splitter (en)

  1. διαχωριστής
  2. επιστήμονας ειδοταξινομητής - ταξωνομαστής ο οποίος με την πρώτη δικαιολογία διαχωρίζει τα είδη και άρα εμφανίζονται περισσότερα, πιθανώς και εικονικά όταν το παρακάνει
  3. Πρότυπο:τεχνικός όρος διαχωριστής - διανεμητής, αντάπτορας ο οποίος διανέμει παράλληλα το ίδιο ακριβώς σήμα σε πολλές εξόδους (πχ. έχω μόνο μία κιθάρα, αλλά με splitter την διανέμω σε δύο ενισχυτές | έχω μόνο μία κονσόλα, αλλά με splitter την διανέμω σε τρεις τηλεοράσεις)

Γερμανικά (de)

Ουσιαστικό

splitter (de)

  1. σκλήθρα
  2. θραύσμα