ζωγραφίζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διαγραφή των interwikis
Γραμμή 28: Γραμμή 28:
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
* {{fr}} : {{τ|fr|peindre}}
* {{fr}} : {{τ|fr|peindre}}, {{τ|fr|brosser}}
* {{de}} : {{τ|de|malen}}, {{τ|de|zeichnen}}
* {{de}} : {{τ|de|malen}}, {{τ|de|zeichnen}}
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} -->
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} -->

Αναθεώρηση της 09:09, 27 Απριλίου 2019

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ζωγραφίζω < ζωγράφος

Ρήμα

ζωγραφίζω

  1. σχεδιάζω γραμμές και/ή καλύπτω επιφάνειες με χρώματα, ώστε να δημιουργήσω μία ζωγραφική εικόνα, να αναπαραστήσω πρόσωπα ή πράγματα ή αφηρημένες εικόνες και να φέρω ένα αισθητικό αποτέλεσμα
  2. είμαι ζωγράφος
  3. (μεταφορικά, οικείο) εκτελώ με δεξιοτεχνία μια συγκεκριμένη εργασία
    Πολύ ωραίο κείμενο αυτό που έστειλες στο περιοδικό. Ζωγράφισες πάλι!
     συνώνυμα: γράφω

Συγγενικά

Δείτε επίσης

Κλίση

Μεταφράσεις